Δευτέρα 31 Μαρτίου 2008

Που πήγαν τόσες γυναίκες;

Ψηλή, με καθαρό πρόσωπο, ίσια ράχη και τα μαλλιά πιασμένα πάντα χαμηλά στο λαιμό.
Εντυπωσίαζε η παρουσία της. Προχωρούσε στο χώρο και "γέμιζε" το δωμάτιο.
Γυναίκα επιβλητική, σοβαρή, χωρίς φτιασίδια. Κυρία.
Πάντα καλοντυμένη, κομψή, την κοιτούσαν με ζήλια οι γυναίκες και όταν έφευγε, την σχολίαζαν πάντα. Που είπε αυτό, που έκανε εκείνο, που κάθησε έτσι και αλλιώς...
Στήναμε αυτί εμείς -παιδιά τότε- να καταλάβουμε γιατί μπροστά της όλοι ήταν υποδειγματικοί μα όταν έφευγε γινόταν στόχος κουτσομπολιών;
Πάντα μέναμε με την απορία...
Ποτέ της δεν κατάφερε να κάνει παιδιά. Μόνοι με το σύζυγό της εμφανίζονταν στα σαλόνια που ήταν καλεσμένοι. Και μας μοίραζε γλυκά. Καμιά φορά και παιγνίδια. Καθόταν για λίγο κοντά μας, μας μιλούσε, γελούσε και μ' ένα χάδι στα μαλλιά όποιου καθόταν δίπλα της, έφευγε να πάει δίπλα στον άντρα της και τους άλλους "μεγάλους".
Δεν μπορεί να τα δίνει όλα σε έναν ο Θεός... άκουσα κάποτε να τη σχολιάζουν. Γι' αυτό δεν έγινε μάνα ποτέ!

Πολλά χρόνια πριν έμαθα ότι χάθηκε από τις παρέες. Πέθανε ο άντρας της, μου είπαν.

Λίγα χρόνια πριν την είδα ξανά τυχαία, σε ένα τυπικό τραπέζι. Ωραία γυναίκα. Όμορφα γερασμένη. Έτσι έδειχνε και τότε ότι θα γερνούσε!

Της συστήθηκα. Μπορεί να με θυμήθηκε... Πάντως κάθησε δίπλα μου. Και μου άνοιξε την καρδιά της.
Μου μίλησε για τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής της. Από τότε που πέθανε ο άντρας της. Μοναξιά, μου είπε. Κανείς εκεί. Μόνη να παλεύει την κάθε μέρα. Να μην έχει φωνή να ακούσει, χέρι να ακουμπήσει.
Φαντάστηκα πως όταν χάνεις τον άνθρωπό σου η ζωή σου αλλάζει δραματικά.Χάνει το νόημά της. Της το είπα.
Δεν είναι αυτό, με αποστόμωσε. Είναι η κοινωνική απομόνωση. Τα τηλέφωνα που παύουν να χτυπούν, οι προσκλήσεις που δεν έρχονται ποτέ πια. Οι φίλες που είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Οι συγγενείς που δεν κρατούν μια καρέκλα για σένα στο τραπέζι. Τα ζευγάρια που αποφεύγουν την ασυνόδευτη, κάποιες που φοβούνται τις παροιμίες για τις χήρες. Αυτή τη μοναξιά εννοώ. Μια γυναίκα μόνη, παύει να υπάρχει για το κοινωνικό της περιβάλλον. Αποβάλλεται. Τιμωρείται, μια φορά από τη ζωή και μια δεύτερη, από τους ανθρώπους...

Σήμερα, μίλησα με μια φίλη, που χάθηκε καιρό τώρα. Νέα γυναίκα, αυτή! Την άκουσα να μου λέει τα ίδια πράγματα. Σχεδόν τα ίδια.

Είναι άραγε οι γυναίκες, αποδεκτές κοινωνικά, μόνο ζευγαρωμένες; Ε όχι! Αρνούμαι να το δεχτώ! Όχι στον αιώνα μας. Όχι.
Απ' την άλλη όμως, που είναι άραγε η πρώην γυναίκα του Βασίλη; Και η Δήμητρα, που βγαίναμε τόσα χρόνια πριν τα χαλάσει με τον Άρη; Γιατί πάντα στην παρέα αλλάζει η γυναικεία παρουσία στο πλευρό των ανδρών; Και που στο καλό πηγαίνουν οι γυναίκες όταν χωρίσουν μετά από πολλά χρόνια γάμου;

Κυριακή 30 Μαρτίου 2008

Δίλημμα!



Να το κάνω ή να κάτσω στ' αυγά μου;



Να απλώσω τα πόδια παραπάνω ή δεν θα φτάσει το πάπλωμα;








Να τολμήσω το μεγάλο άλμα ή να κουρνιάξω και να συμβιβαστώ με τα κεκτημένα;






Να βάλω στο 13 ή να παίξω κόκκινο μαύρο στα σίγουρα;







Να ανοίξω τα φτερά μου ή θα φάω χώμα;






Να ρισκάρω ή θα με φάνε τα θηρία;









Δίλημμα!


Κέρασμα.

Τελικώς όλα μια συνήθεια είναι.

Μαθαίνεις, εκπαιδεύεσαι, να επαναλαμβάνεις κάθε μέρα, τα ίδια. Κι ας μην είχες την πρόθεση. Ας ήλπιζες σε άλλα. Ας σχεδίαζες μια ζωή, γεμάτη ενέργεια.
Ήρθε η ζωή η ίδια και σ' έβαλε στα καλούπια της χωρίς να το καταλάβεις.

Ξυπνητήρι, κεφάλι θολό, ο καφές βιαστικός. Αυτοκίνητο, πρώτη δευτέρα στην κίνηση. Δουλειά, τα ίδια πρόσωπα, στα ίδια γραφεία, με το ίδιο φόντο. Μετά ξανά πρώτη δευτέρα για την επιστροφή. Φαγητό, δυο κουβέντες βιαστικές με τους υπόλοιπους που συνθέτουν την οικογένεια. Τηλεόραση, άντε και κανα βιβλίο. Τα παιδιά για ύπνο και λίγη ώρα βραδυνή ελεύθερη, να λες ότι έχεις και προσωπική ζωή.

Και κάπου εκεί ανάμεσα, σχέδια για το Σαββατοκύριακο, που θα μείνουν σχέδια, γιατί όταν το Σαββατοκύριακο θα έρθει, εσύ θα κουβαλάς την κούραση όλης της εβδομάδας και που να τρέχεις τώρα!

Και ξαφνικά πρόσωπα που αγαπάς και έχεις να δεις καιρό, έρχονται και σου φωτίζουν τη ζωή.
Που βρίσκεις την δύναμη να κάνεις τόσα πράγματα δίπλα στα άλλα, δίπλα στην συνηθισμένη ρουτίνα;

Να βάλεις στο τσουκάλι το περίτεχνο το φαγητό, να βγεις τις βόλτες σου στην πόλη να τη δουν οι φίλοι, να μιλάς με τις ώρες, να ξενυχτάς και το πρωί να σηκώνεσαι μές την καλή χαρά, να μην είναι βιαστικός ο καφές, να έχει και πρωινό παρέα του...

Σε κοιτούν τα παιδιά και δεν αναγνωρίζουν τη μάνα τους! Με μισό μάτι σε κοιτά και ο σύζυγος, που ξαναθυμάται γιατί σε ερωτεύτηκε.

Και συ, κοινωνική, χαρούμενη και γελαστή, να κερνάς καλούδια αλλά πρωτίστως κέφι. Πρώτα σε σένα την ίδια. Να ανακαλύπτεις απ την αρχή τις μικρές χαρές της ζωής και να εκτιμάς πάλι από την αρχή, όλα αυτά που έχεις.

Απλά πράγματα.
Τα πιο σπουδαία, όμως!

Στην υγειά σας.

Τρίτη 25 Μαρτίου 2008

κινητό

Ρε παιδιά δεν πάμε καλά.

Μοοολις τώρα, είδα διαφήμιση στην τηλεόραση, για κινητό. φτιαγμένο από χρυσό -αυθεντικό χρυσό- 24, αν άκουσα καλά, καρατίων.

Η κόρη μου σάλταρε και άρχισε να υπολογίζει με πνιχτά γελάκια, πόσοι από τους συμμαθητές της στο -δημόσιο παρακαλώ- σχολείο, θα ψήσουν τους γονείς τους να τους το αγοράσουν! Και μετά άρχισε να σκέφτεται τι καζούρα θα φάνε τα παιδιά αυτά από τους υπόλοιπους στην τάξη.... Ξαφνικά σκυθρώπιασε γιατί σκέφτηκε ότι σε κάποιους μπορεί να καλάρεσε και να έμπαιναν σε πειρασμό να το κλέψουν.... Α στο καλό! κατέληξε. Και τι με κόφτει εμένα τι θα κάνει το κάθε ψώνιο που έχει λεφτά για να τα κάνει κινητό; Αρκετό ζόρι τραβάω ήδη για να προστατεύουμε το κινητό της φίλης μας που είναι τίγκα στο σβαρόβσκι...

Έμεινα να την κοιτώ με ανοιχτό το στόμα. Από τις λίγες φορές που εγώ -η μαμά της- δεν είχα κάτι να συμπληρώσω (εν είδη σοβαρού προβληματισμού) πάνω στα όσα είπε.

Μόνο αυτό. Δεν πάμε καλά παιδιάάάά!

Εθνική επέτειος.

Πάει κι αυτό.

Φάγαμε τον μπακαλιάρο με τη σκορδαλιά, βουρτσίσαμε άρον άρον το δόντι μη και πάρει η μπόχα κάναν άσχετο, τσουγκρίσαμε με το καλό το κρασί, ευχηθήκαμε τα καλύτερα στο Βαγγέλη και την Βαγγελιώ, παρακολουθήσαμε στην τηλεόραση και λίγο από παρέλαση για να είμαστε στο κλίμα.

'Ανοιξε και η κουβέντα -μέρα που ναι- για τα εθνικά μας θέματα. Να τα πούμε Μακεδονία τα Σκόπια ή κινδυνεύει η Θεσσαλονίκη; Πλακώθηκαν εκεί πάνω από τη σαλάτα, οι θείοι που αιώνες τώρα μαλώνουν για τα κομματικά και μείναμε να τους παρακολουθούμε με την απορία... μα δεν θα βαρεθούν ποτέ;

Πέρασε πάνω από το σπίτι και ένα σμήνος της πολεμικής αεροπορίας σε σχηματισμό, έτριξαν τα τζάμια, κοιτάξαμε όλοι το ταβάνι θαρρείς και τα βλέπαμε και ρίγησε μέσα μας το εθνικό φρόνημα.
Στο γλυκό, μας ειχε πιάσει το κρασί και νοιώσαμε ευτυχισμένοι. Ακόμη και οι θείοι τα βρήκαν μεταξύ τους.

-Μωρέ τι μαλώνουμε! Αφού αυτοί, πάλι ότι πουν οι απ' έξω θα κάνουν και μεις, πάλι αυτούς θα ψηφίσουμε...

Τα αεροπλάνα πέρασαν άλλη μια φορά πάνω από την ταράτσα μας, οι ήρωες του 21 ζωντάνεψαν για δευτερόλεπτα, μας κοίταξαν από κει ψηλά και μας έφτυσαν....
να μη μας ματιάσουν!

Στο νεροχύτη στην κουζίνα, μαζί με τα αποφάγια, στροβιλίστηκαν προς την αποχέτευση και κάτι περισσευούμενα νεανικά όνειρα.

Μαζί με τον καφέ, σερβίραμε και παξιμαδάκι.

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

Έρωτας πιτσιρίκος.

Διάβασα και ξαναδιάβασα και ματαξαναδιάβασα και κατέληξα ότι η αναφορά του πιτσιρίκου στην σημερινή Πρωθιέρεια της τελετής αφής του Ολυμπιακού Φωτός (Μαρία Ναυπλιώτου) είναι η απόλυτη περιγραφή του έρωτα!

Και σκέφτηκα ότι ίσως να σας έχει διαφύγει.
Καλά, καλά! Λέμε και καμιά σαχλαμάρα να περνά η ώρα... Σιγά να μην σας διέφυγε!
Θα φανώ ειλικρινής και θα σας πω, ότι απλώς λάτρεψα την ουσία του.

Το αντιγράφω λοιπόν και σας το αφιερώνω με την ευχή: Μακάρι να το νοιώθετε ή να το νοιώσετε.
Όχι απαραίτητα με την Μαρία Ναυπλιώτου! Εξάλλου αυτή η σύμπτωση, θα δημιουργούσε εξαιρετικής σπουδαιότητος προβλήματα και ασφαλώς θα ακύρωνε την ουσία του post. Άντε ξαμοληθείτε λοιπόν οι ελεύθεροι/ες και βρείτε την δική σας Μαρία, τον δικό σας Μάριο! Με τις ευχές μου.



Η κυρία Ναυπλιώτου είναι ακαταμάχητη. Θαυμαστό κεφάλι, λευκό δέρμα, ίσια μύτη, όμορφο σαγόνι και μάτια αγγελικά και διαβολικά μαζί – μάτια φτιαγμένα από παράπονο και πονηριά.

Το σώμα της είναι εξίσου όμορφο – με όλους τους χυμούς της γυναικότητας. Ένα σώμα γήινο μέσα από το οποίο μοιάζει να έχουν βγει όλοι οι άντρες της γης, καταδικασμένοι να το αναζητούν μια ολόκληρη ζωή σε άλλες γυναίκες και να μένουν πάντα απαρηγόρητοι.

Η έλξη που αποπνέει δεν έχει ανάγκη την επανάληψη της παρουσίας της – αν την δεις μια φορά, είναι πάντα εκεί, σαν την Παναγία.

Είναι η γυναίκα που σου δίνει την εντύπωση πως, αν γίνει το θαύμα και μπει στη ζωή σου, θα τα αλλάξει όλα σαν σίφουνας – ειδικά αν τα έχεις κάνει μαντάρα. Πως θα σε πάρει από το χέρι και θα κάνει τη ζωή σου παραδεισένια.

Και πως θα γεράσετε μαζί, με την ίδια να γίνεται όλο και πιο όμορφη όσο περνούν τα χρόνια. Θα πηγαίνετε, ηλικιωμένοι πια, στο θέατρο και, ενώ τριγύρω θα υπάρχουν νέες και όμορφες κοπέλες, όλα τα βλέμματα –ανδρών και γυναικών- θα είναι στραμμένα πάνω της.

-----------------------------------------

Όσοι θα περάσετε από τον πιτσιρίκο θα διαπιστώσετε ότι απομόνωσα κομμάτι του κειμένου και άφησα εκτός τα όσα σωστά λέει για τον κ. Τσίπρα. Γιατί το έκανα; Γιατί, έτσι! Μ' άρεσε καλύτερα μόνο του, ντάξει;;;

Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

Καθρέφτη, καθρεφτάκι

Δεν μου αρέσει να κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη.
Κάθε φορά που το κάνω, διακρίνω ένα-ένα, όλα όσα, μου προκαλούν πόνο. Μακάρι να ήταν χαρακτηριστικά. Μια μακρυά, καμπουρωτή μύτη. Ή ακόμα και σημάδια παραμορφωτικά. Τα δικά μου σημάδια, είναι βαθύτερα και δεν τα διορθώνει, κανένα νυστέρι.

Είναι σημάδια ζωής. Σαν αυτά που αφήνει η θάλασσα, στο πρόσωπο του γέρου καπετάνιου. Ο ήλιος, σ' αυτόν, που αγωνίζεται σκυμμένος στα χωράφια. Η κούραση, σ' αυτήν που καθαρίζει ξένα σπίτια. Η αγωνία, σ' αυτόν που χρόνια, κυνηγάει το μεροκάματο. Η οδύνη, στην μάνα που χτυπιέται πάνω απ' το μνήμα.
Σημάδια ζωής.

Κάθε φορά που κοιτώ στον καθρέφτη, είναι σαν να κοιτώ, μέσα από ένα ανοιχτό παράθυρο, κομμάτια του παρελθόντος μου.
Τα νιάτα μου, που πίστευα πως θα γινόμουν άλλη.
Το χρόνο εκείνο της ζωής μου, που άλλαξε τα πάντα. Τόσο σκληρά. Τόσο απόλυτα. Τόσο μη αναστρέψιμα.
Και μετά τα καλά. Τότε που έτρεμα μη και τελειώσουν. Πνιχτά. Μουγκά. Εγώ και ο εαυτός μου. Που να τα πεις. Ποιος να σε καταλάβει. Όσοι μπορούσαν να νοιώσουν, άλλο τόσο και περισσότερο, πονούσαν κι αυτοί. Πως να φορτώσεις κι άλλον πόνο, σε όποιον πονά;
Τιμωρεί η ζωή τους δειλούς. Με τιμώρησε. Έφερε όσα φοβόμουν. Λύγισε το κλαράκι. Ακούμπησε στη γη. Ράγισε.
Κι άντε πάλι απ την αρχή. Ξανά και ξανά. Πόσες φορές Θεέ μου!
Αλλιώς όμως. Χωρίς δειλία. Με το κεφάλι ψηλά. Αλλά το εισιτήριο, πανάκριβο!
Να φοβάσαι να χαρείς. Να φοβάσαι να γελάσεις παρατεταμένα. Να φοβάσαι ότι εκεί πέρα, στο αύριο, δεν σε περιμένει χαρά και ηρεμία. Είναι πάτος και όχι πεδιάδα αυτό που διακρίνεις, εκεί μακριά. Για να μάθεις εσύ!

Και έτσι έμαθα να ζω. Να ξέρω την αιτία και να την αντιμετωπίζω. Να προχωρώ και να κερδίζω. Να μην μασώ πουθενά. Να βλέπω μονόδρομο την χαρά της ζωής.

Σαν τους ηθοποιούς και γω, έπαιζα το ρόλο μου. Εγώ στην σκηνή, εγώ και στην πλατεία. Έγινε ρουτίνα. Κάθε παράσταση και ένα παράσημο ανδρείας. Και όπως όλα στη ζωή συνηθίζονται με την επανανάληψη, έτσι συνήθισα και γω. Να ξεχνώ. Το πριν. Το παρελθόν. Και να βαδίζω στο μέλλον, με δύναμη.

Μόνο που, να... Ο καθρέφτης με ξέρει καλά. Και μου θυμίζει όλα αυτά που επίτηδες ξεχνώ. Για να αντέξω.

Με κοιτά στα μάτια και θαμπώνουν από δάκρυα. Και γω του ρίχνω μια μούτζα και του γυρνώ την πλάτη.

Αλλά να... γι' αυτό δεν μου αρέσει να κοιτώ στον καθρέφτη. Προτιμώ να καθρεφτίζομαι στα μάτια όσων αγαπώ.




*Ευχαριστώ για την φωτό, που δανείστηκα από το fransin.pblogs.gr/

Σουσάμι...Άνοιξη!

Το έμαθε η Άνοιξη ότι μπήκε; Μήπως να της το πει κανείς, να σηκωθεί και να έρθει στη θέση της σιγά σιγά, να αρχίσει δουλειά;

Άντε και αυτή η μούχλα -που ούτε βροχή είναι, ούτε και συννεφιά σκέτη- έχει αρχίσει και μου τη βαράει, αγρίως. Εγώ άλλη σύμβαση έκανα (πριν αριβάρω στον μάταιο τούτο κόσμο) με τον Δημιουργό. Ότι, δηλαδή, θα κατασκηνώσω στην Ελλάδα, με τον ήλιο ντάλα, με τις θάλασσες στα πόδια μου, το θερμόμετρο σε επίπεδα κοντομάνικου και με τις βροχές -τις απαραίτητες για να πρασινίζει το οικόπεδο- στην ώρα τους και στην σωστή ποσότητα!

Άντε λοιπόν σιγά-σιγά να ξεκουνηθεί η κυρία Άνοιξη, που φέτος πήρε άδεια από τη σημαία, και να κοπιάσει κατα δω! Άντε μην καταγγείλω τη σύμβαση και πάω στα ορίτζιναλ μέρη. Να κάνω παρέα με τον Γκρινιάρη, εκεί που αυτό που σου τάζουν, αυτό παίρνεις! Άντε γιατί οι υπομονές μου εξαντλούνται...

Είπαμε η σύμβαση το λέει ρητά και κατηγορηματικά. Το κλίμα εύκρατο. Ούτε ιδιαίτερες μούχλες ούτε τίποτα.

Θα μου πεις μόνο αυτό έλεγε; Όχι βέβαια! Το είχα δέσει εγώ το πράγμα από πολλές μεριές. Και τα της εκπαίδευσής μου είχα φροντίσει, και τα εργασιακά μου και τα συνταξιοδοτικά μου.
Εντάξει έκανα και γω τα σκόντα μου. αλλά σε γενικές γραμμές με είχα καλυμμένη.
Οι εκπτώσεις γίνανε στο όνομα του οικοπέδου. Γωνιακό, ευάερο ευήλιο, πευκόφυτο, κατάλληλο για οικογένεια.

Έβαλα λοιπόν και γω την τζίφρα και έσκασα μύτη. Έκανα την περίφραξή μου, σήκωσα το διόροφο -με αναμονές παρακαλώ, να βρούν και τα παιδιά- και μετά άρχισαν τα παρατράγουδα.
Τι είχαμε πει στην παράγραφο 2.1 του συμβολαίου; Η παιδεία δωρεάν; Δυστυχώς κυρία μου δεν βγαίνουμε. Βλέπετε με το ενοίκιο που πληρώνεται πως να ανταπεξέλθουμε στους όρους... Τραβάτε στα φροντιστήρια κλπ κλπ.
Έκανα την καρδιά μου πέτρα. Ας πάει και το παλιάμπελο είπα.

Μετά από λίγο νάτος πάλι ο "πωλητής"...
Ξέρετε κυρία μου, και στην παράγραφο 4.2 έχουμε ένα μικρό προβληματάκι. Ναι εκεί με τα εγασιακά σας... Μαζευτήκαμε πολλοί βλέπετε... Και οι δουλειές λίγες... Ίσως χρειαστεί να κάνετε λίγο υπομονή... Ανεργία;;; Μα τι είναι αυτά που λέτε... Μια μικρή καθυστέρηση μόνο... Μην είστε και σεις εριστική, να τα βρούμε...
Άντε πάλι να ρίξω τα μούτρα και να μην την καταγγείλω τη ρημαδοσύμβαση! Ήταν είπαμε καλό το οικόπεδο!

Αλλά και κείνη τη φορά που αρρώστησα ξαφνικά και έψαξα το γιατρό στο "συγκρότημα" όπως μου είχανε τάξει; Τζίφος. Όχι γιατρός, ούτε καν ιατρείο δεν υπήρχε... Και πάλι κυρία εγώ. Πήγα στον ιδιώτη και καθάρισα. Μου στοίχησε κατιτίς παραπάνω αλλά... γύρισα πίσω υγιής και απόλαυσα την ηλιόλουστη μέρα στο οικόπεδο.

Τώρα τελευταία έπαθα μόνο ένα κλακάζ! Να φανταστείς έφτασα τόσο κοντά, που έστειλα εξώδικο. Άλλα μου είπατε κύριε και άλλα κάνετε. Μου τάξατε ότι στα γεράματα θα με φροντίσετε και θα μου καταβάλετε συντάξιμες αποδοχές, ικανές να μου παράσχουν τα απαραίτητα για να επιβιώσω. Κι αυτό το κόβετε; Πάρτε το εξωδικούλι σας, να έχετε να πορεύεστε.

Όλα τα άντεξα λοιπόν. Όλα!
Αυτό που συμβαίνει σήμερα όμως δεν τρώγεται με τίποτα.
Φέρτε την Άνοιξη πίσω.
Ακόμα και την Άνοιξη ρε χαλάσατε; Της μάθατε να λουφάρει;
Μπήκε προχθές ρεεεε! Έληξε η άδειά της. Φωνάξτε την και πείτε της να πιάσει δουλειά. Άντε! Σβέλτα. Μην αμολήσω τον Λύκο και τότε δεν σας σώζει τίποτα!

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

Παρατατικός


"Σ' αγαπώ."

Δηλαδή ανοίγεις την αγκαλιά σου και με κλείνεις μέσα. Τυλίγεις τα χέρια σου στα πλευρά μου και γω κουλουριάζομαι σαν έμβρυο για να χωρέσω. Ολόκληρη. Γέρνω το κεφάλι μου και το ακουμπώ στο στήθος σου. Συντονίζομαι στο χτύπο της καρδιάς σου. Κλείνω τα μάτια, βγάζω τον αέρα από τα πνευμόνια μου και σωπαίνω. Βαστάω ακόμα και την ανάσα μου. Είμαι γεμάτη.

"Σ' αγαπώ."

Δηλαδή, όλα μου τα προβλήματα δείχνουν μικρά και ασήμαντα. Αντιμετωπίσιμα. Αφού είσαι μαζί μου, μπορώ. Τα πάντα μπορώ. Και στα μικρά αλλά και στα μεγάλα, μπορώ. Και θα τα κάνω για σένα. Αφού μπορώ!

"Σ' αγαπώ."

Δηλαδή, ξεχώρισες αυτό που είμαι. Το ασήμαντο και το σπουδαίο. Άκουσες το γέλιο μου ανάμεσα στα άλλα. Κοίταξες τα δικά μου μάτια. Συμφώνησες στη δική μου σκέψη. Αναστατώθηκες στη θλίψη μου. Άκουσες τη συμβουλή μου. Σεβάστηκες τη διαφωνία μου. Καμάρωσες στο πλάι μου. Στήριξες την αδυναμία μου. Ξενύχτησες στην αγωνία μου. Κατανόησες στα νεύρα μου και ταξίδεψες στα όνειρά μου.

"Σ' αγαπώ."

"Θα σ' αγαπώ."

Σε πόσους χρόνους κλίνεται;

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2008

Κούλουμα;


Κλείνω τα μάτια και βλέπω χιλιάδες χρώματα. Κάποιος τα κρατά κρυφά, τις καθημερινές. Κάποιο χέρι, βάζει στη ζωή μου, όλες τις αποχρώσεις του γκρι, σβήνοντας με τη γόμα του αιώνιου, τα υπόλοιπα χρώματα της ίριδας. Τόσο πολύ, τόσο συχνά, που πια γίνεται συνήθεια.
Ανοίγω τα μάτια. Συνήθισα στο γκρίζο τόσο... που η προοπτική χρωμάτων με τρομαζει!
Φεύγω! Δυστυχώς μόνο για τρεις ημέρες.
Φεύγω όμως, σχεδόν αιφνιδιαστικά. Η άδεια από τη δουλειά κανονίστηκε την τελευταία στιγμή και γω νοιώθω σαν ψάρι έξω απ' τα νερά του.
Μόλις ετοίμασα βαλίτσες -αναχωρούμε το πρωί- και ομολογώ, ότι ο κυρίαρχο συναίσθημα, είναι ανησυχία και όχι χαρά, για την ξαφνική "απόδραση".

Ανησυχία για το αν θα ξυπνήσω εγκαίρως... αν θα προλάβω την πτήση.... αν θα βολευτώ "εκεί"... αν θα τα καταφέρουν μόνα τους τα παιδιά...αν με χρειαστούν στη δουλειά... αν θα στεναχωρηθούν φίλοι που μένουν πίσω μόνοι... αν θα περάσω καλά... αν θα καταφέρω να ξεκουραστώ...αν φτάνουν τα λεφτά για τα ξαφνικά ταξιδοέξοδα.... αν θα κουνάει το αεροπλάνο... αν θα τα καταφέρω στην πτήση χωρίς να καπνίζω... αν θα κάνει κρύο... αν τα πήρα όλα... αν ξέχασα κάτι σοβαρό.... αν θα μου φτάσουν τα λεφτά...

Φεύγω λοιπόν -για λίγο- και πήρα μαζί μου κόκκινα κίτρινα και πράσινα ρουχα.
Για να ξορκίσω την κακή διάθεση!

Χρόνια καλά και δημιουργικά..

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

Με μπούργκα.


Με μπούργκα. Φτιαγμένη από το πιο χοντρό αδιαφανές ύφασμα που υπάρχει. Και ας γκρατζουνάει το δέρμα. Μακριά. Ως τον αστράγαλο. Καλύτερα να σέρνεται στο χώμα. Να μην αφήνει χιλιοστό του δέρματος να φαίνεται. Και η πλέξη, εκεί στο άνοιγμα για τα μάτια, πυκνή. Να μην ξεχωρίζει το βλέμμα. Να μην φαίνεται το σχήμα. Το χρώμα, των ματιών. Να μην ξεχωρίζει τίποτα απολύτως. 
Χωρίς πρόσωπο. Χωρίς φωνή. Χωρίς ταυτότητα. Άγνωστη ανάμεσα στο πλήθος. Μια ψυχή ανάμεσα στις άλλες. Ένας ψίθυρος ανάμεσα σε ψιθύρους. Και σε κραυγές. Δειλά. Αργά. Σαν μωρό που μαθαίνει να μπουσουλάει. 
Ανώνυμη και η κατάθεση. Τι κι αν είναι ψυχής. Κάπου απευθύνεται. Κάποιος θα την βάλει στο μικροσκόπιο. Κάποιος θα προσπαθήσει να βγάλει συμπεράσματα. Ποια είναι πίσω από το μαύρο πέπλο. Τι την κάνει να χαίρεται. Με τι συγκινείται και πως αγαπάει;
Κάποιος θα βγάλει το μικροσκόπιο και θα βάλει κάτω από το φακό το κομματάκι του μυαλού της. 

Είναι διέξοδος, η ανωνυμία. Η μοναδική διέξοδος, για να μην την πνίξουν οι ίδιες της οι σκέψεις. Ο μόνος τρόπος να συνεχίσει να υπάρχει, έτσι, ήσυχη και αθόρυβη όπως ήταν πάντα. Να μιλά χωρίς ήχο. Να λέει και να ακούει μόνο η ίδια. Και μετά να επιστρέφει στον κόσμο της. Εκεί που την φωνάζουν με το όνομά της, ακόμα και αυτοί που δεν την έχουν ξαναδεί ποτέ στη ζωή τους.

Δεν διαφέρει όμως και πολύ, από τους άλλους, που κυκλοφορούν με το πρόσωπο σε κοινή θέα. Και εκείνοι προσωπείο φορούν. Μάσκα. Με τα χαρακτηριστικά που θα ήθελαν να έχουν. Προσέχουν τι θα πουν, φιλτράρουν κάθε σκέψη στο σουρωτήρι του ψεύτικου, το κατασκευασμένου. Προβάλλουν με περηφάνια την εικόνα που θα ήθελαν να έχουν. Την χτίζουν κομματάκι, κομματάκι. Και στο τέλος πιστεύουν ότι έτσι είναι. Δεν νομίζουν πια. Πιστεύουν.  

Τουλάχιστον αυτή, δεν προσποιείται. Είναι το περίγραμμα της γυναίκας κάτω από τη μπούργκα, που αλλάζει χρώματα ανάλογα με τη διάθεσή της. Σήμερα φοράει τη μαύρη. 
Είναι η φωνή η μπάσα, που μιλά πίσω από το ύφασμα. Και όταν ο αέρας φυσήξει παραπάνω, είναι η σιλουέτα που διακρίνεται κάτω από τις πτυχές του ρούχου. 

Είναι η ανώνυμη ελληνίδα blogger. Εγώ;